Περγάμῳ

Περγάμῳ
Пергаме

Ελληνικά-Ρωσικά λεξικό στα κείμενα της Καινής Διαθήκης (Греческо-русский словарь к текстам Нового Завета). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Смотреть что такое "Περγάμῳ" в других словарях:

  • Περγάμῳ — Πέργαμον citadel neut dat sg Πέργαμος fem dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Περγάμωι — Περγάμῳ , Πέργαμον citadel neut dat sg Περγάμῳ , Πέργαμος fem dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Rote Halle — Rote Halle, Südseite Die Rote Halle (türkisch Kızıl Avlu), auch Rote Basilika, Serapistempel oder Tempel der ägyptischen Götter genannt, ist die Ruine eines 60 × 26 Meter großen Backsteingebäudes von über 20 Meter Höhe am …   Deutsch Wikipedia

  • υπερβερεταίος — ὁ, ΜΑ 1. ως κύριο όν. ο τελευταίος μήνας τού έτους στη Μακεδονία και στην Πέργαμο (α. «τῇ πρὸ πέντε εἰδῶν ὀκτωβρίων, ἥτις ἐστὶν ὑπερβερετίω, τοὐτέστιν ὀκτωβρίω ια », Ιωάνν. Χρυσ. β. «περὶ τὴν ἐπιτολὴν τοῡ ἀρκτούρου, ὅστις καιρὸς ἐν Ῥώμῃ μὲν ὁ… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»